Η ελληνική εμπορική ναυτιλία, πρώτη στην παγκόσμια κατάταξη αλλά και πρώτη πλουτοπαραγωγική πηγή της χώρας, βρίσκεται σήμερα για μια ακόμη φορά στο κέντρο του ενδιαφέροντος του ελληνικού και διεθνούς ναυτιλιακού τύπου και όχι μόνο.
Τα καλά νέα
Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, ο ελληνόκτητος στόλος εξακολουθεί και για το 2011 να κατέχει την πρώτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη, συνεχώς ανανεούμενος με σημαντικές νέες παραγγελίες.
Οι πρόσοδοι στην εθνική οικονομία από την Εμπορική Ναυτιλία, παρά την διεθνή οικονομική ύφεση, ξεπέρασαν τα 14 δισ. Ευρώ, καλύπτοντας το μισό και πλέον του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου.
Η διεθνής ναυτιλιακή έκθεση «Ποσειδώνια», που άνοιξε τις πύλες της στις αρχές του Ιουνίου, με περισσότερες από 1.800 συμμετοχές, ξανάφερε την Ελλάδα και την Εμπορική Ναυτιλία στο προσκήνιο του διεθνούς ενδιαφέροντος με θετικό πρόσιμο.
Τέλος, αλλά όχι και το λιγότερο σημαντικό, η πρόσφατη επανασύσταση από την νέα κυβέρνηση του ενιαίου διοικητικού φορέα της Εμπορικής μας Ναυτιλίας (ΥΕΝ-ΛΣ), σηματοδοτεί μια νέα εποχή, αποκαθιστώντας το ταραγμένο κλίμα που επικράτησε στο χώρο τελευταία.
Τα άσχημα νέα
Η Ελλάδα, σταθερή πρώτη ναυτιλιακή δύναμη στο κοινοτικό νηολόγιο, υποσκελίστηκε, για πρώτη φορά, από τη Μάλτα, αποτέλεσμα της σημαντικής αύξησης του νηολογίου της αλλά και της μείωσης του ελληνικού νηολογίου, μείωση όχι άσχετη με τον τραγέλαφο που επικράτησε την τελευταία τριετία στον διοικητικό φορέα της ναυτιλίας με τη διάλυση-κατακερματισμό του ΥΕΝ.
Για τέταρτο χρόνο, η αστάθεια και αβεβαιότητα κυριαρχούν στη ναυλαγορά λόγω της παγκόσμιας ύφεσης αλλά και της πλεονάζουσας χωρητικότητας.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας προεκλογικής περιόδου, αναπτύχθηκαν από ορισμένους χώρους απόψεις για την εμπορική ναυτιλία, οι οποίες εδράζονται περισσότερο σε στείρες ιδεοληψίες παρά στην ορθή εκτίμηση των οικονομικών παραμέτρων του χώρου (συνάλλαγμα, θέσεις εργασίας, χορηγίες, ασφάλεια της χώρας κ.λπ.). Ο υπερτονισμός των χαμηλών σε εκατομμύρια φορολογικών εσόδων, όχι άσχετος από την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού πλοίου στην διεθνή ναυλαγορά και η αποσιώπηση των πολλών δισεκατομμυρίων πάσης φύσεως προσόδων στην εθνική οικονομία από την εμπορική ναυτιλία, παραπέμπει σε άφρονες λογικές του μύθου του Αισώπου για την χρυσοτόκο όρνιθα, με την οποία πολύ επιτυχώς προσομοιάζεται η ναυτιλία μας.
Με την επανασύσταση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και την επανένταξη σε αυτό του Λιμενικού Σώματος, επιτελικό και εκτελεστικό του βραχίονα επί 9 δεκαετίες και προς αποφυγή μελλοντικών ανάλογων καταστάσεων, θα πρέπει να σηματοδοτηθεί μια νέα αντίληψη των ναυτιλιακών μας, συνοψιζόμενη στο ότι:
Οι πάσης φύσεως μεταβολές και βελτιώσεις, να είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς μελέτης και στη διαμόρφωσή τους βαρύνουσα γνώμη να έχουν οι φορείς της ναυτιλίας.
Η ναυτιλιακή επιχείρηση αλλά και ιδιαίτερα το ποντοπόρο πλοίο, κύριος κορμός της Εμπορικής μας Ναυτιλίας, το οποίο κινείται στους ωκεανούς μεταξύ ουρανού και αβύσσου 24 ώρες το 24ωρο, 365 ημέρες το χρόνο, διέπεται από ειδικές συνθήκες διαχείρισης και ασφάλειας κ.λ.π. και χρειάζεται τη στήριξη από ένα ενιαίο εθνικό κέντρο. Οι άνθρωποι του κέντρου (στελέχη ΛΣ) πρέπει να είναι αντίστοιχης 24ωρης διάθεσης, με υψηλές ναυτιλιακές γνώσεις αλλά και ναυτικές εμπειρίες, προϊόν πολύπλοκης και επίπονης εκπαίδευσης-μετεκπαίδευσης.
Όσοι επιχειρούν να παρακάμψουν την ανωτέρω διαδικασία, ανοικτή εξάλλου σε όλους, με διάφορα ψευδεπίγραφα επιχειρήματα εκτός της ελληνικής ναυτιλιακής πραγματικότητας, μόνο ζημιά κάνουν.
Η καθιέρωση του θεσμού του μόνιμου Υφυπουργού ή Γεν. Γραμματέα από την υπηρεσιακή ιεραρχία, θα εξασφάλιζε συνέχεια στα διοικητικά του σημαντικότατου για την εθνική μας οικονομία κλάδου της ναυτιλίας.
του Γεώργιου Απ. Βασόπουλου-Αντιναύαρχος ΛΣ (εα) Επίτιμος Αρχηγός ΛΣ